Λεξικό Βορειοηπειρωτικής διαλέκτου
Ταξινόμιση: αλφαβητικά | συγγραφέας | ημερομηνία | |
μπενεβρέκι = σώβρακο Ανδρέας
μπεντρουβέλα = μεντεσές Ανδρέας
μπεστούρα = μεγάλη πέτρα Ανδρέας
μπίλα(η) = το πέος Ανδρέας
μπίμτσα = το υπόγειο μέρος ενός σπιτιού Ανδρέας
μπινί = είδος σκαπτικού εργαλείου Ανδρέας
μπιντίζω = τελειώνω Ανδρέας
μπλέτσος = γυμνός Ανδρέας
μπλόκι = τσιμεντόλιθος Ανδρέας
μπλούχουρη = σκόνη Ανδρέας
μποδάει = εμποδίζει Ανδρέας
μπότσι = δοχείο νερού Ανδρέας
μπότσκα = το κεφάλι Ανδρέας
μπούζι = πολύ κρύο, παγωμένο Ανδρέας
μπουλάντρα = λακκούβα με νερό Ανδρέας
μπουμπαλέτσι = σκαθάρι Ανδρέας
μπούμπαλο = σκαθάρι Ανδρέας
μπουνκέρι = πολυβολείο Ανδρέας
μπούντος = πολύ σκοτεινό μέρος,(χαοτικό) Ανδρέας
μπριάνι = είδος φαγητού με ρυζι και κρέας Ανδρέας
μπρόφκες = ψέμματα Ανδρέας
νιάγκρος = μαύρος Ανδρέας
νόμου = δώσε μου Ανδρέας
νόντας = ηλίθιος Ανδρέας
ντούμπλα = είδος χαλιού Ανδρέας
ξεκάνω = αποτελειώνω Ανδρέας
ξεχλιάζω = περνώ την ώρα μου Ανδρέας
πάει γκαβό = με τύχη Ανδρέας
παραφάγκος = λασποτήρας Ανδρέας
πασουμάκια = κοντές μάλλινες κάλτσες Ανδρέας
πεζεβέγκης = πονηρός, ρουφιάνος Ανδρέας
περγελάω = κοροιδεύω Ανδρέας
πέτουρα = χυλοπίτες Ανδρέας
πιλάλα = λέμε οταν κάτι δουλεύει σωστά Ανδρέας
πισιά = γατάκια Ανδρέας
πιτσαράνα = το πέος (μικρου μεγέθους ) Ανδρέας
πλατσαρίζω = 1) χαστουκίζω 2) παρατάω κάτι Ανδρέας
πλάτσκα = πλατιά μύτη Ανδρέας
πλεβιτώθηκα = κρύωσα, ξεπάγιασα Ανδρέας
πλέντζος = κοκκαλιάρης Ανδρέας
πλοκαριά = φραχτης Ανδρέας
πολογιέμαι = απαντάω στο κάλεσμα κάποιου Ανδρέας
πούπες = κοντές μάλλινες κάλτσες Ανδρέας
πουσίμια = διακοπές Ανδρέας
πούφκες = αθλητικά παπούτσια (πάνινα συνήθως) Ανδρέας
πριστάκι = άγουρο σύκο Ανδρέας
πρόνγκιος = ηλίθιος, βλάκας Ανδρέας
ράγκαλα = παλιά δοχεία , παλιόρουχα Ανδρέας
ρετσέλι = γλυκό του κουταλιού Ανδρέας
ροβόλι = πιστόλι Ανδρέας
ρόγια = σκοπιά Ανδρέας
ρούγα = δρόμος Ανδρέας
ρούμασαν = ωρίμασαν Ανδρέας
ρουσπουνιάζω = μαλώνω κάποιον Ανδρέας
σβαρίζω = σβαρνάω Ανδρέας
σβιάω = σβήνω Ανδρέας
σγκαλίστρισα = γλίστρισα Ανδρέας
σγκάρα = τσουλήθρα Ανδρέας
σγκάφω = σκάβω Ανδρέας
σγκούμπης = καμπουριασμένος Ανδρέας
σιάπκα = παντόφλα Ανδρέας
σιάπκες = παντόφλες Ανδρέας
σιλιβώθηκα = λερώθηκα Ανδρέας
σιλιροκάτσικο = ανάποδο παιδί Ανδρέας
σιούφρα = βέργα Ανδρέας
σκαπετάω = πηδάω Ανδρέας
σκαρπί = ξύλο λεπτό ή χοντρό πεταμένο κάτω Ανδρέας
σκαρπίγκια = είδος παπουτσιών Ανδρέας
σκέμπι = γκρεμός Ανδρέας
σκεμποκέφαλος = αγύριστο κεφάλι, κάνει του κεφαλιού του Ανδρέας
σκισματιά = χαραμάδα Ανδρέας
σμπαράλια = κομματιάστηκε (έγινε σμπαράλια) Ανδρέας
σόγια - σόγια = πολλά είδη Ανδρέας
σοκακιάρης = αυτός που είναι όλη μέρα στους δρόμους Ανδρέας
σουράω = σφυρίζω Ανδρέας
σουφέκι = φυσέκι Ανδρέας
σπιούνης = μαρτυριάρης, ρουφιάνος Ανδρέας
στέγκα = τρύπα σε φράχτη Ανδρέας
στούριασμα = χαζός Ανδρέας
τα μπιχτοκέφαλα = πέσιμο με το κεφάλι κάτω Ανδρέας
τα πίκοπα = ανάποδα, μπρούμιτα (π.χ.: κοιμάμαι τα πίκοπα) Ανδρέας
τακάτι = δύναμη Ανδρέας
ταλάκι = καρφάκι Ανδρέας
τεμπελχανάς = τεμπέλης Ανδρέας
τζαντόρα = σκηνή Ανδρέας
τζέκι = μικρός λοστός με γυριστό κεφάλι Ανδρέας
τζενομένο = αδύναμο άτομο Ανδρέας
τζιαντές = δρομάκι Ανδρέας
τζουκ = σκοτάδι Ανδρέας
τζουτζιματζιούτζης = πολύ κοντός άνθρωπος Ανδρέας
τον κυρπούτσι = συνεχίζει τα ίδια Ανδρέας
τσάκινα = λεπτά ξυλαράκια για προσάναμμα Ανδρέας
τσαπορδώνεται = χαίρεται Ανδρέας
τσέφιλιο = τσόφλι Ανδρέας
τσιαρβέλο = μυαλό Ανδρέας
τσιβί = σύρτης πόρτας ή παραθύρου Ανδρέας
τσιγαριάζω = τηγανίζω Ανδρέας
τσιερέκι = καθόλου Ανδρέας
τσιλούρα = κόψιμο Ανδρέας
τσιοπάτι = βήμα Ανδρέας
< 1 2 3 >
Με απόλυτο σεβασμό στις ρίζες, στην παράδοση και στη σημασία αυτών των λέξεων.
Ποιο πιστεύετε ότι έχει τη μεγαλύτερη προτεραιότητα για το χωριό μας;
Ο δρόμος ή η ύδρευση;
Μόνο τα μέλη ψηφίζουν
Επισκέπτες: 1
Εγγεγραμμένοι: 0
booked.net
Στο www.eleftherohori.gr χρησιμοποιούμε cookies!
Χρησιμοποιούμε cookies για να μην χρειάζεται κάθε φορά να κάνετε σύνδεση (login) στο site μας,
πατώντας "Αποδοχή" θα αποθηκευτούν με κρυπτογράφηση στη συσκευή σας τα στοιχεία εισόδου σας για 1 έτος.
Αποδοχή